(1Κορ. 6:1) Τολμά τις από σας, όταν έχη διαφοράν προς τον άλλον, να κρίνηται ενώπιον των αδίκων και ουχί ενώπιον των αγίων;(1Κορ. 6:2) Δεν εξεύρετε ότι οι άγιοι θέλουσι κρίνει τον κόσμον; και εάν ο κόσμος κρίνηται από σας, ανάξιοι είσθε να κρίνητε ελάχιστα πράγματα;(1Κορ. 6:3) Δεν εξεύρετε ότι αγγέλους θέλομεν κρίνει; πόσω μάλλον βιωτικά;(1Κορ. 6:4) Βιωτικάς λοιπόν κρίσεις εάν έχητε, τους εξουθενημένους εν τη εκκλησία τούτους καθίζετε κριτάς.(1Κορ. 6:5) Προς εντροπήν σας λέγω τούτο. Ούτω δεν υπάρχει μεταξύ σας ουδέ εις σοφός, όστις θέλει δυνηθή να κρίνη ανά μέσον του αδελφού αυτού,(1Κορ. 6:6) αλλά αδελφός κρίνεται με αδελφόν, και τούτο ενώπιον απίστων;(1Κορ. 6:7) Τώρα λοιπόν είναι διόλου ελάττωμα εις εσάς ότι έχετε κρίσεις μεταξύ σας. Διά τι μάλλον δεν αδικείσθε; διά τι μάλλον δεν αποστερείσθε;(1Κορ. 6:8) Αλλά σεις αδικείτε και αποστερείτε, και μάλιστα αδελφούς. (Εφεσ. 5:28) Ούτω χρεωστούσιν οι άνδρες να αγαπώσι τας εαυτών γυναίκας ως τα εαυτών σώματα. Όστις αγαπά την εαυτού γυναίκα εαυτόν αγαπά·(Εφεσ. 5:29) διότι ουδείς εμίσησέ ποτέ την εαυτού σάρκα, αλλ' εκτρέφει και περιθάλπει αυτήν, καθώς και ο Κύριος την εκκλησίαν· (Ματθ. 19:28) Ο δε Ιησούς είπε προς αυτούς· Αληθώς σας λέγω ότι σεις οι ακολουθήσαντές μοι, εν τη παλιγγενεσία, όταν καθήση ο Υιός του ανθρώπου επί του θρόνου της δόξης αυτού, θέλετε καθήσει και σεις επί δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ. (Λουκ. 22:30) διά να τρώγητε και να πίνητε επί της τραπέζης μου εν τη βασιλεία μου, και να καθήσητε επί θρόνων, κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ. (Εκκλ. 5:6) Μη συγχωρήσης εις το στόμα σου να φέρη επί σε αμαρτίαν· μηδέ είπης ενώπιον του αγγέλου, ότι ήτο εξ αγνοίας· διά τι να οργισθή ο Θεός εις την φωνήν σου και να αφανίση τα έργα των χειρών σου; (1Κορ. 6:9) Η δεν εξεύρετε ότι οι άδικοι δεν θέλουσι κληρονομήσει την βασιλείαν του Θεού; Μη πλανάσθε· ούτε πόρνοι ούτε ειδωλολάτραι ούτε μοιχοί ούτε μαλακοί ούτε αρσενοκοίται (1Κορ. 6:15) Δεν εξεύρετε ότι τα σώματά σας είναι μέλη του Χριστού; να λάβω λοιπόν τα μέλη του Χριστού και να κάμω αυτά μέλη πόρνης; Μη γένοιτο. (1Κορ. 6:16) Η δεν εξεύρετε ότι ο προσκολλώμενος με την πόρνην είναι εν σώμα; διότι θέλουσιν είσθαι, λέγει, οι δύο εις σάρκα μίαν· (1Κορ. 6:19) Η δεν εξεύρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος του εν υμίν, το οποίον έχετε από Θεού, και δεν είσθε κύριοι εαυτών; (Ησ. 16:1) Αποστείλατε το αρνίον προς τον άρχοντα της γης, από Σελά εν τη ερήμω προς το όρος της θυγατρός της Σιών. (Πράξ. 18:12) Ότε δε ο Γαλλίων ήτο ανθύπατος της Αχαΐας, οι Ιουδαίοι εσηκώθησαν ομοθυμαδόν κατά του Παύλου και έφεραν αυτόν εις το δικαστήριον,(Πράξ. 18:13) λέγοντες ότι ούτος πείθει τους ανθρώπους να λατρεύωσι τον Θεόν παρά τον νόμον.(Πράξ. 18:14) Και ότε έμελλεν ο Παύλος να ανοίξη το στόμα, είπεν ο Γαλλίων προς τους Ιουδαίους· Εάν μεν ήτο τι αδίκημα ή ραδιούργημα πονηρόν, ω Ιουδαίοι, ευλόγως ήθελον σας υποφέρει·(Πράξ. 18:15) εάν δε ήναι ζήτημα περί λέξεων και ονομάτων και του νόμου υμών, θεωρήσατε σείς· διότι εγώ κριτής τούτων δεν θέλω να γείνω.(Πράξ. 18:16) Και απεδίωξεν αυτούς από του δικαστηρίου. (Ψαλ. 53:3) Πάντες εξέκλιναν· ομού εξηχρειώθησαν· δεν υπάρχει πράττων αγαθόν, δεν υπάρχει ουδέ εις. (Ψαλ. 149:4) Διότι ο Κύριος ευδοκεί εις τον λαόν αυτού· θέλει δοξάσει τους πράους εν σωτηρία.(Ψαλ. 149:5) Οι όσιοι θέλουσιν αγάλλεσθαι εν δόξη· θέλουσιν αγάλλεσθαι επί τας κλίνας αυτών.(Ψαλ. 149:6) Αι εξυμνήσεις του Θεού θέλουσιν είσθαι εν τω λάρυγγι αυτών, και ρομφαία δίστομος εν τη χειρί αυτών·(Ψαλ. 149:7) διά να κάμνωσιν εκδίκησιν εις τα έθνη, παιδείαν εις τους λαούς·(Ψαλ. 149:8) διά να δέσωσι τους βασιλείς αυτών με αλύσεις· και τους ενδόξους αυτών με δεσμά σιδηρά·(Ψαλ. 149:9) διά να κάμωσιν επ' αυτούς την γεγραμμένην κρίσιν. Η δόξα αύτη θέλει είσθαι εις πάντας τους οσίους αυτού. Αλληλούϊα. (Ιούδ. 1:14) Προεφήτευσε δε περί τούτων και ο Ενώχ, έβδομος από Αδάμ, λέγων, "Ιδού, ήλθεν ο Κύριος με μυριάδας αγίων αυτού,(Ιούδ. 1:15) δια να κάμη κρίσιν κατά πάντων, και να ελέγξη πάντας τους ασεβείς εξ αυτών, δια πάντα τα έργα της ασεβείας αυτών, τα οποία έπραξαν και δια πάντα τα σκληρά τα οποία ελάλησαν κατ' αυτού αμαρτωλοί ασεβείς." (Νεεμ. 5:7) Και εσκέφθην κατ' εμαυτόν, και επέπληξα τους προκρίτους και τους προεστώτας και είπα προς αυτούς, Σεις φορολογείτε έκαστος τον αδελφόν αυτού. Και συνεκάλεσα κατ' αυτών σύναξιν μεγάλην.(Νεεμ. 5:8) Και είπα προς αυτούς, Ημείς κατά την δύναμιν ημών εξηγοράσαμεν τους αδελφούς ημών Ιουδαίους, τους πωληθέντας εις τα έθνη· και σεις αυτοί θέλετε πωλήσει τους αδελφούς σας; ή θέλουσι πωληθή εις ημάς; Εκείνοι δε εσιώπων και δεν εύρηκαν απόκρισιν.(Νεεμ. 5:9) Και είπα, Δεν είναι καλόν το πράγμα το οποίον σεις κάμνετε· δεν πρέπει να περιπατήτε εν τω φόβω του Θεού ημών, διά να μη ονειδίζωσιν ημάς τα έθνη, οι εχθροί ημών; (1Ιωάν. 2:10) Όστις αγαπά τον αδελφόν αυτού εν τω φωτί μένει, και σκάνδαλον εν αυτώ δεν είναι·(1Ιωάν. 2:11) όστις όμως μισεί τον αδελφόν αυτού εν τω σκότει είναι και εν τω σκότει περιπατεί και δεν εξεύρει που υπάγει, διότι το σκότος ετύφλωσε τους οφθαλμούς αυτού.