Τρίτη, Απρίλιος 30, 2024

Επιλέξτε τη γλώσσα σας



(Μάρκ. 1:29 [Βάμβας])
Και ευθύς εξελθόντες εκ της συναγωγής, ήλθον εις την οικίαν Σίμωνος και Ανδρέου μετά του Ιακώβου και Ιωάννου.

(Μάρκ. 1:30 [Βάμβας])
Η δε πενθερά του Σίμωνος ήτο κατάκοιτος πάσχουσα πυρετόν. Και ευθύς ελάλησαν προς αυτόν περί αυτής.

(Μάρκ. 1:31 [Βάμβας])
Και πλησιάσας ήγειρεν αυτήν πιάσας την χείρα αυτής, και αφήκεν αυτήν ο πυρετός ευθύς, και υπηρέτει αυτούς.

(Μάρκ. 1:32 [Βάμβας])
Αφού δε έγεινεν εσπέρα, ότε έδυσεν ο ήλιος, έφεραν προς αυτόν πάντας τους πάσχοντας και τους δαιμονιζομένους·

(Μάρκ. 1:33 [Βάμβας])
και η πόλις όλη ήτο συνηγμένη έμπροσθεν της θύρας·

(Μάρκ. 1:34 [Βάμβας])
και εθεράπευσε πολλούς πάσχοντας διαφόρους αρρωστίας, και δαιμόνια πολλά εξέβαλε, και δεν άφινε τα δαιμόνια να λαλώσιν, επειδή εγνώριζον αυτόν.

(Μάρκ. 1:35 [Βάμβας])
Και το πρωΐ ενώ ήτο όρθρος βαθύς, σηκωθείς εξήλθε· και υπήγεν εις έρημον τόπον και εκεί προσηύχετο.

(Μάρκ. 1:36 [Βάμβας])
Και έδραμον κατόπιν αυτού ο Σίμων και οι μετ' αυτού,

(Μάρκ. 1:37 [Βάμβας])
και ευρόντες αυτόν λέγουσι προς αυτόν ότι πάντες σε ζητούσι.

(Μάρκ. 1:38 [Βάμβας])
Και λέγει προς αυτούς· Ας υπάγωμεν εις τας πλησίον κωμοπόλεις, διά να κηρύξω και εκεί· επειδή διά τούτο εξήλθον.

(Μάρκ. 1:39 [Βάμβας])
Και εκήρυττεν εν ταις συναγωγαίς αυτών εις όλην την Γαλιλαίαν και εξέβαλλε τα δαιμόνια.